Είναι γνωστό ότι οι αλλεργίες αποτελούν εξατομικευμένες δυσμενείς αντιδράσεις του ανοσοποιητικού συστήματος του ανθρώπινου οργανισμού απέναντι σε πρωτεΐνες οι οποίες φυσιολογικά δεν είναι επικίνδυνες. Πρωτεΐνες αυτές βρίσκονται σε όλες τις τροφές που μπορεί να λαμβάνει ο ανθρώπινος οργανισμός, τις αντιλαμβάνεται λανθασμένα σαν ξένες και αντιδρά εναντίον τους. Οποιαδήποτε τροφή μπορεί θεωρητικά να προκαλέσει τροφική αλλεργία. Σε μικρές ηλικίες οι πιθανότητες αλλεργικής αντίδρασης είναι πολύ περισσότερες.
Τροφική αλλεργία περιλαμβάνει ευρύ φάσμα εκδηλώσεων που εξαρτάται από το είδος της τροφής (αντιγόνο) και από το μηχανισμό υπερευαισθησίας που αυτή διεγείρει (αντίσωμα) π.χ Διαρροϊκές κενώσεις, Εμετοί, Κοιλιακά άλγη ή συνδυασμός τους, Κακή θρέψη, Στασιμότητα ή καθυστέρηση ανάπτυξης, Έκζεμα, Κνίδωση αγγειοοίδημα, Έξαρση ατοπικής δερματίτιδας .
Για την αντιμετώπιση της τροφικής αλλεργίας η μοναδική δυνατότητα που υπάρχει σήμερα είναι η αποφυγή του αιτιολογικού παράγοντα. Στα βρέφη με αλλεργία στο γάλα αγελάδας συστήνεται αποκλειστικός θηλασμός, ενώ η μητέρα υποβάλλεται σε δίαιτα χωρίς γάλα και γαλακτερά. Εάν ο θηλασμός δεν είναι εφικτός χορηγούνται ειδικά αντιαλλεργικά γάλατα με υδρολυμένη πρωτεΐνη.
Τα Αντιαλλεργικά Γάλατα χορηγούνται σε βρέφη με διαγνωσμένη αλλεργία στο γάλα της αγελάδας ή της σόγιας καθώς και σε μια σειρά σοβαρών παθήσεων όπως είναι η παγκρεατική ή ηπατική ανεπάρκεια και η εντερική δυσαπορρόφηση ποικίλης αιτιολογίας. Περιέχουν εκτενώς υδρολυμένη πρωτεΐνη αγελαδινού γάλακτος. Τα γάλατα αυτά είναι έως και 100 φορές λιγότερο αλλεργιογόνα από τα κοινά γάλατα αλλά όχι απολύτως υποαλλεργικά και η κακή γεύση τους τα κάνει δύσκολα ανεκτά από βρέφη μεγαλύτερα των 3 μηνών που έχουν γευστικές εντυπώσεις από προηγούμενη σίτιση με πλήρη γάλατα.